Η φράση «η Κύπρος κατάντησε Τέξας» περιγράφει ένα συναίσθημα — και αυτό το συναίσθημα δεν γεννιέται από το πουθενά. Τα νησιά δεν είναι άτρωτα στα κύματα της αλλαγής: οι δείκτες σοβαρών εγκλημάτων έχουν ανέβει τα τελευταία χρόνια και πόλεις όπως η Λεμεσός καταγράφουν σημαντικό βάρος σε περιστατικά.
In Cyprus
Υπάρχει μια άλλη, πιο βαθιά αίσθηση απώλειας: θυμόμαστε περιόδους όπου ακόμη και «η νύχτα» είχε αθέμιτους — αλλά σαφείς — κανόνες τιμής. Αντίθετα σήμερα βλέπουμε ξεκαθαρίσματα, εκτελέσεις χωρίς φραγμούς, και την άνεση με την οποία αφαιρείται μια ζωή — όποια κι αν είναι αυτή. Μέρος του προβλήματος που ακούγεται στα ρεπορτάζ και τις συζητήσεις είναι η εμπλοκή διεθνικών δικτύων και η παρουσία εκτελεστών από χώρες εκτός νησιού — μια αλλαγή στο παιχνίδι που πολλοί φοβούνται.
Όταν μάλιστα συμβαίνουν γεγονότα που δείχνουν αδυναμία της κρατικής μηχανής — όπως διαφυγές καταδίκων υπό κοινούς όρους και οι δημόσιες αντιδράσεις που ακολούθησαν — η εμπιστοσύνη κλονίζεται. Η διαφυγή ισοβίτη το 2024 προκάλεσε κυβερνητικές παραιτήσεις και έφερε στην επιφάνεια ερωτήματα για την επάρκεια των διαδικασιών.
Η αστυνομική εποπτεία και η λογοδοσία επίσης έχουν δεχτεί πυρά: καταγγελίες πολιτών και στατιστικά παράπονα δείχνουν πως μόνο ένα μικρό μέρος των αναφορών οδηγεί σε ουσιαστική διερεύνηση ή πειθαρχική πράξη. Αυτό δεν είναι απλώς νούμερα· είναι λόγος για να αναρωτηθεί ο πολίτης «ποιος με προστατεύει;».
Τι μπορεί να κάνει ο απλός πολίτης; Πρώτον, να απαιτεί διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και ανεξαρτητοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών — όχι μόνο δηλώσεις συμπάθειας. Δεύτερον, να στηρίζει θεσμικές κινήσεις που ενισχύουν την πρόληψη: από ενίσχυση της αστυνόμευσης σε προβληματικές ζώνες μέχρι βελτίωση του σωφρονιστικού συστήματος. Τρίτον — και σημαντικό για την κοινότητα — να μην αφήνουμε τον φόβο να καθορίζει την καθημερινότητά μας: η δημοκρατία και η ασφάλεια απαιτούν ενεργούς, απαιτητικούς πολίτες.
Η Κύπρος μπορεί να είναι τουριστικός προορισμός, αλλά πρώτα απ’ όλα είναι σπίτι για εμάς που ζούμε εδώ. Αν θέλουμε να δείχνουμε «ασφαλής χώρα» στον έξω κόσμο, πρέπει να το κάνουμε ειλικρινά — με έργα, αριθμούς και σοβαρές πολιτικές, όχι με εικόνα. Διαφορετικά, ο πολίτης δικαίως θα αναρωτιέται: ποιος τον προστατεύει όταν τα περιπολικά δεν φτάνουν ή όταν οι καταγγελίες βουλιάζουν στην γραφειοκρατία;